Παρακάτω σας παραθέτω συνολικά ένα άρθρο που βρήκα στο blog alepouda. Πραγματικά είναι εξοργιστικό... Δεν το κόβω, το αφήνω ως έχει, απλά διαβάστε το και σχολιάστε...
Στο δρόμο:
Εχθές, Δευτέρα 15/12 λίγο πριν τις 2:00 το μεσημέρι, περπατούσε βιαστικά μαζί με τη μητέρα της για να προλάβουν ανοικτή την τράπεζα. Το σπίτι τους είναι στου Γκύζη, κάποιους δρόμους πίσω από την Ασφάλεια. Ήθελαν να πάνε στη στάση μετρό των Αμπελοκήπων. Δύο δρόμους πάνω από την Γ.Α.Δ.Α, τους σταμάτησαν τα Μ.Α.Τ, λέγοντάς τους να μην προχωρήσουν άλλο, αλλά να πάνε από άλλο δρόμο. Η μητέρα της κοντοστάθηκε και έπιασε την κουβέντα με έναν αστυνομικό, ρωτώντας τον ποιά στάση μετρό είναι ανοικτή, από ποιό δρόμο να πάνε κλπ. Η Μυρτώ στάθηκε κι εκείνη, περιμένοντάς την στο απέναντι πεζοδρόμιο. Τότε ένας «άνδρας» των ΜΑΤ την πλησίασε λέγοντάς της «τι κάνεις εδώ ρε κωλόπαιδο?! Δεν σου είπαμε να φύγεις από δω?!». Η Μυρτώ εκνευρίστηκε με τον τρόπο του και έκατσε εκεί φωνάζοντας «περιμένω τη μητέρα μου (δείχνοντάς την), είτε το πιστεύεις είτε όχι!». Μετά από μισό λεπτό, μπροστά στα μάτια της μητέρας της, τέσσερεις άνδρες των ΜΑΤ ήρθαν κατά πάνω της. Της έριξαν κλωτσιά στην πλάτη κι εκείνη έπεσε στο δρόμο. Η Μυρτώ είναι λίγο πάνω από 50 κιλά. Όπως είναι φυσικό, άρχισε να φωνάζει και να τους βρίζει. Η μητέρα της άρχισε να φωνάζει πανικόβλητη και να τους παρακαλάει να αφήσουν ήσυχη τη Μυρτώ. Κάποιοι άνδρες των Μ.Α.Τ τη σταματούσαν από το να πάει κοντά στην κόρη της, όσο οι άλλοι τέσσερεις είχαν γυρίσει το χέρι της Μυρτούς πίσω από την πλάτη κρατώντας την κάτω στο δρόμο. Την κλωτσούσαν στην κοιλιά, στα πόδια, στα πλευρά, βρίζοντάς την χυδαία και σεξιστικά! Εκείνη αντέδρασε και προσπάθησε να τους ξεφύγει. Τέτοια ήταν η οργή της που τα κατάφερε για λίγο, παρόλο που στην προσπάθεια της παραλίγο να χάσει το χέρι της. Οι αστυνομικοί όμως ήταν πολλοί. Εκείνη την ώρα ήρθαν στο μέρος της «οι άνδρες με τα μπλε» (με κράνη κλπ) και της είπαν «προσαγωγή!». Η Μυρτώ τους είπε –εξουθενωμένη από το ξύλο αλλά και οργισμένη-, «εντάξει, μόνο μην με αγγίζετε! Θα περπατήσω μόνη μου». Τότε ένας απ’ αυτούς πήγε από πίσω της και έκανε πάνω της την κλασική χυδαία κινήση προσποίησης σεξ. Στο δρόμο για την Γ.Α.Δ.Α την έβριζαν (λέγοντάς της το πώς θα την γ...) κι έφαγε κι άλλη κλωτσιά στην πλάτη. Η μητέρα της ακολουθούσε. Κάθε τόσο η Μυρτώ τους ρωτούσε γιατί κατηγορείται, αλλά κανείς βέβαια δεν της έλεγε. Όταν έφτασαν, δεν άφηναν τη μαμά της να ανέβει μαζί με τη Μυρτώ (και τη συνοδεία της), αλλά ένας (πιο «καλός») τελικά την άφησε.
Στη Γ.Α.Δ.Α:
Στον 11ο όροφο της Ασφάλειας γινόταν χαμός. Πολλά παιδιά, που τα τραβούσαν από δω κι από κει. Τη Μυρτώ την έβαλαν σε ένα δωμάτιο (φυσικά αφήνοντας απ’ έξω τη μαμά), που είχε 2 καναπέδες. Στον ένα καθόταν ένας έφηβος 17 χρονών –όπως έμαθε αργότερα η Μυρτώ- που έκλαιγε ασταμάτητα (όσο ήταν εκεί η Μυρτώ, αυτό το παιδί -με σπασμένα τα νεύρα- δεν σταμάτησε καθόλου να κλαίει). Στο δωμάτιο ήταν 2 άνδρες γύρω στα 30, καλοβαλμένοι και μοντέρνα ντυμένοι. Είπαν στη Μυρτώ να κάτσει στον ένα καναπέ. Αμέσως της είπαν (βρίζοντάς την) να σηκωθεί και να πάει να κάτσει στον άλλο καναπέ. Η Μυρτώ δεν μιλούσε. Με το που σηκώθηκε για να πάει στον άλλο καναπέ (δίπλα στο παιδί που έκλαιγε) την κλώτσησαν στην πλάτη. Η Μυρτώ έμεινε στην Ασφάλεια γύρω στις 3,5 ώρες. Όσο ήταν σ’ αυτό το δωμάτιο, οι μπάτσοι δεν την κτύπησαν ξανά, με κλωτσιές. Της έκαναν ψυχολογικό πόλεμο, εξευτελίζοντας την προσωπικότητά της. Πλησίαζαν το πρόσωπό τους γύρω στα 10 εκατοστά από το δικό της και αποκαλώντας την ...διάφορα, της περιέγραφαν το πως θα «ασελγήσουν» επάνω της. Κάθε τόσο της τραβούσαν τα μαλλιά. Όταν ρώτησε πόσο θα κρατήσει αυτό κι αν αργούν πολύ ακόμα, ο ένας της είπε να τον ξαναρωτήσει το ίδιο πράγμα όταν θα την π... όλοι μαζί. Επειδή βρήκαν στην τσάντα της τη φωτογραφική μηχανή, τη ρωτούσαν επίμονα κάθε λίγο αν είναι δημοσιογράφος. Όταν η Μυρτώ έλεγε ότι δεν είναι, την έβριζαν. Δεν είχε μαζί της ελληνική ταυτότητα, αλλά είχε χαρτιά (ταυτότητα από τη σχολή της, πάσο κλπ) από την Αγγλία. Η μητέρα της είχε ταυτότητα μαζί της. Όταν είδαν αυτά τα χαρτιά, έδειξαν πιο εξοργισμένοι και τη ρωτούσαν τι γυρεύει στην Ελλάδα! Η Μυρτώ τους είπε ότι ήρθε στην πόλη της, για να κάνει Χριστούγεννα με τη μητέρα της, αλλά εκείνοι της έλεγαν ότι δεν την πιστεύουν και ότι είναι ξένος δημοσιογράφος, σκουλήκι κλπ... Είδαν τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει αυτές τις μέρες και ήθελαν να κατασχέσουν την κάρτα μνήμης της μηχανής, αλλά η Μυρτώ δεν την έδινε. Επειδή έχει σχετικά καλή Digital SLR μηχανή, την ειρωνευόντουσαν για το πώς είχε τέτοια μηχανή, ενώ δεν είναι δημοσιογράφος και πώς την αγόρασε, πόσο κοστίζει και τέτοια... Αργότερα, μπήκε στο δωμάτιο η δικηγόρος του 17χρονου. Αμέσως μαζεύτηκαν λίγο οι μπάτσοι και έγιναν πιο «ευγενικοί». Έκανε κάποιες συνεννοήσεις για το παιδί. Όπως άκουσε η Μυρτώ, το παιδί είπε ότι αστυνομικοί έβαλαν πέτρες στις τσέπες του, καθώς τον ανέβαζαν στον 11ο όροφο... (αυτός όπως είπαμε, δεν σταμάτησε καθόλου να κλαίει). Μετά η δικηγόρος πλησίασε τη Μυρτώ. Τότε τη σταμάτησαν οι μπάτσοι, λέγοντάς της ότι η κοπέλα εκπροσωπείται ήδη και ότι ο εκπρόσωπος της είναι απ’ έξω. Η δικηγόρος απάντησε ότι απ’ έξω είναι η μητέρα της κοπέλας κι ότι μόλις τη διόρισε δικηγόρο και της Μυρτούς, όταν είδε ότι έμπαινε στο δωμάτιο ως δικηγόρος του άλλου παιδιού. Είπε στη Μυρτώ να μη φοβάται. Έκανε κάποιες συνεννοήσεις, χαρτούρα κλπ. Η κατηγορία της τελικά ήταν «αντίσταση κατά της αρχής». Την άφησαν να φύγει. Ο 17χρονος έμεινε εκεί. Μετά πήγε στο νοσοκομείο. Στον Ερυθρό Σταυρό που εφημέρευε. Ήταν γεμάτο έφηβους. Η Μυρτώ, που δεν μπορεί και τα νοσοκομεία, έφυγε μετά από λίγο χωρίς να βγάλει ακτινογραφία. Ήθελε μόνο να πάει σπίτι της και να βγάλει τη βρωμιά από πάνω της. Το μόνο που ήθελε απεγνωσμένα, ήταν να πλυθεί. Κι ας πόναγε παντού. Έξω από το δωμάτιο στον 11ο όροφο, μπροστά στη δικηγόρο, ένας αστυνομικός της έκανε το εξής χιούμορ: «σκέψου και την καλή πλευρά. Σε φέραμε εδώ γιατί σε περάσαμε για 10 χρόνια νεώτερη!»
Επίλογος:
Πώς αισθάνεται η Μυρτώ; Μόνο όποιος έχει ζήσει κάτι τέτοιο μπορεί να την καταλάβει. Μου είπε ότι αισθάνεται άδεια. Σαν μετά από βιασμό. Πιο πολύ απ’ όλα την τρόμαξε ο εαυτός της. Αυτό μου είπε. Από άνθρωπος δυναμικός, αλλά ειρηνιστής, είδε τον εαυτό της να θέλει να σκοτώσει. Δεν ήθελε να πετάξει πέτρα ή να διαμαρτυρηθεί. Μετά από λίγο δεν τους μιλούσε καθόλου. Δεν τους απαντούσε. Ήθελε μόνο να τους σκοτώσει με τα ίδια της τα χέρια. Τίποτ’ άλλο. Αυτό την τρόμαξε πιο πολύ απ΄ όλα. Μετά αμφισβήτησε το νόημα των ονείρων της. Η Μυρτώ, εκεί που περπατούσε με τη μητέρα της, σωφρονίστηκε από την κρατική μηχανή."
Για πείτε μας λοιπόν .... πόσο μεμονωμένο το βρίσκετε αυτό;
Πηγή: alepouda